Οικογένεια

Εφηβεία αγάπη μου…

By  | 


Γράφει η Μαριέττα Κόντου, Ψυχολόγος- Συστημική θεραπευτρια Ζεύγους και Οικογενειας- Δρ Κοινωνικής Ψυχολογίας

Τρίχες παντού, το πρώτο χνούδι κάνει την εμφάνισή του αντί για μουστάκι και τα μάτια πέφτουν με παράπονο στο ξυραφάκι. Τα μαλλιά φουντώνουν, η φωνή βαραίνει, τα χέρια μακραίνουν και φεύγουν άτσαλα σα να περισσεύουν. Τα σπυράκια ανεξέλεγκτα προδίδουν τον οργασμό της ορμόνης και χαλάνε διαθέσεις και αυτοεκτιμήσεις. Ευτυχώς που οι ορμόνες δεν κάνουν διακρίσεις. Και συ δε μπορείς να καταλάβεις πότε ακριβώς το “μπρελόκ” που τα ρούχα του όλη μέρα μυρίζαν  μωρουδίλα έχει αρχίσει να βρωμάει από παντού και να παίρνει οριστικό διαζύγιο με το νερό. Αθλητικά πετάγονται πια στα μπαλκόνια για την ύστατη σωτηρία, τα ρούχα δεν προλαβαίνουν να πλένονται και οι μικροί ήρωες αλλάζουν νούμερα σε παπούτσια τόσο που κοιτάς να βεβαιωθείς ότι κόβουν τα νύχια τους γιατί αλλιώς δεν εξηγείται πως μοιάζει να φοράνε βατραχοπέδιλα σε όλες τις φωτογραφίες. Στις οποίες παρεμπιπτόντως, τα χαμόγελα είναι άτολμα, αμήχανα και αν μεσολαβούν ανάμεσα στη διάθεση και στα χείλη και σιδεράκια, τότε είναι και ερμητικά «κλειστά»!

Το βαριέμαι σταθερά γραμμένο σε όλη τη γλώσσα του σώματος τόσο που σκέφτεσαι πόσο πιο ανιαρός γονιός μπορείς να γίνεις που να μη σε αντέχει το παιδί σου. Μετά καταλαβαίνεις ότι στα μάτια του παιδιού σου, «παίζει» να είναι βαρετό το σύμπαν όλο και κάπως ησυχάζεις…

Αλλαγές ρούχων στάνταρ. Φεύγει με μακρυμάνικο και ζακέτα, επιστρέφει με κοντομάνικο και χωρίς ζακέτα, φεύγει με φόρμα αθλητική και επιστρέφει βαμμένη και φορώντας το δικό σου τζίν (και δε σου λύνει ποτέ την απορία που το είχε κρύψει αφού δεν κουβαλούσε τσάντα) και κάπου εκεί καταλαβαίνεις ότι η πρακτικότητα είναι μια πολύ σχετική και παρεξηγημένη έννοια, ειδικά στην εφηβεία…

Ώρες ατέλειωτες απομόνωσης στο δωμάτιο ή το μπάνιο που εναλλάξ παίζουν το ρόλο του καταφύγιου και που αν είσαι αρκετά δημοκρατικός γονιός και θυμάσαι έστω και λίγο τα δικά σου εφηβικά δράματα, θα χτυπήσεις διακριτικά πριν να μπεις, θα παραβλέψεις το ατέλειωτο χάος, την «εφηβίλα» που μυρίζει παντού, τα σχόλια να βιαστείς να εκκενώσεις το δωμάτιο (όχι πάντα με σεβασμό) που θα σε συνοδέψουν μέχρι την πόρτα αλλά και τη φωνή του βλασταριού σου που επανέρχεται στο τηλέφωνο με το γνωστό «έλα ρε» και που σίγουρα είναι άλλη από αυτή που γνωρίζεις, σα να μεγάλωσε απότομα την τελευταία ώρα που είναι κλεισμένο εκεί μέσα…

Άς μη μιλήσουμε για εκείνο πια το βλέμμα λύπησης που σου ρίχνει όποτε λες κάτι που δεν είναι αρκετά κούλ, σύγχρονο ή προχωρημένο και που σου φορτώνει στις πλάτες την ηλικία σου συν άλλα τόσα, έτσι για τιμωρία για όσα τράβηξε η μάνα σου από σένα και ποτέ δεν της ζήτησες «συγγνώμη».

Η σχέση με το φαγητό αλλάζει «πίστα» και εσύ καλείσαι να ξεπεράσεις ανεπιστρεπτί το στάδιο της κοτομπουκιάς, της κομμένης σαλατούλας, του στημένου χυμού. Τα γούστα αλλάζουν-στα μάτια σου αψυχολόγητα-το ίδιο και οι ποσότητες, προς τα πάνω και προς τα κάτω. Οι υπερβολές σε τρομάζουν και νιώθεις ανήμπορος να διαχειριστείς την τεράστια δύναμη που στέκεται απέναντί σου  πανίσχυρη και λέγεται «συνομήλικοι»!

Μετράς πια τα καλοκαίρια που υπολείπονται μέχρι να σου ανακοινώσει ότι θα πάει διακοπές μόνος του και εσύ την πατάς και αντί να σκεφτείς το δικό σου αξέχαστο- πρώτο, μακριά από τους γονείς σου καλοκαίρι- μηρυκάζεις όλα τα προηγούμενα (μαζί με τα παιδιά σου και χωρίς καθόλου χρόνο για σένα) καλοκαίρια που έβαζες καπέλα, αντηλιακά, έβγαζες αγκάθια αχινών με το τσιμπιδάκι και φούσκωνες μπρατσάκια. Και παίζει η ταινία μέσα σου ξανά και ξανά, με νοσταλγία, αναλογιζόμενη τη φωλιά σου που σύντομα θα αδειάσει…

Κι όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.  Δεν είναι που η φωλιά αδειάζει, είναι που ίσως την παραθεώρησες εξαρχής δεδομένα γεμάτη. Είναι που ίσως δεν σκέφτηκες ή κι αν σου πέρασε από το μυαλό, το έδιωξες σαν κάτι πολύ μακρινό, ότι το πέρασμα του παιδιού από το σπίτι είναι προσωρινό ως προς τη διαμονή αλλά παντοτινό στην επιρροή. Και ότι εσένα δουλειά σου ήταν να το προετοιμάσεις, να το βοηθήσεις να δυναμώσει, ώστε όχι μόνο να σε αμφισβητήσει ή σε ξεπεράσει στις ικανότητες αλλά κυρίως να μπορεί να πετάξει ανεξάρτητο μακριά σου, χωρίς ενοχές. Μόνο με καμάρι.

Τα υπέροχα κοινά καλοκαίρια που σου δόθηκαν είναι προνόμιο πολύτιμο και όχι αιτία πένθους και τα επόμενα που θα περνά από κάποια στιγμή και έπειτα μακριά σου, θα είναι η απόδειξη ότι αυτό το προνόμιο το αξιοποίησες γενναιόδωρα. Γιατί αυτά τα «γεμάτα» καλοκαίρια, με αγάπη, εικόνες και μοιράσματα είναι η δική του κληρονομιά που απλά και αβίαστα θα θελήσει να εξασφαλίσει στα δικά του παιδιά και στα δικά σου εγγόνια, ένας κύκλος θαλπωρής που δεν κλείνει ποτέ και που δεν πνίγει αλλά αγκαλιάζει τρυφερά και γεμίζει τόσο ώστε να…

Και κάπου στην άκρη του μυαλού σου κράτα, πως όσο εκείνο περνά τον τυφώνα που λέγεται εφηβεία και τρέμει αλλά και ερωτεύεται την ιδέα ότι μεγαλώνει, «μουστακωμένο» και αλλά «αμούστακο» ακόμη, δουλειά σου δεν είναι ούτε να του «ζωγραφίζεις» μουστάκια εκεί που δεν έχουν ακόμη φυτρώσει, ούτε να του αγοράζεις «ξυραφάκια» ενώ δεν στο έχει ακόμη ζητήσει, δουλειά σου είναι να το βοηθήσεις να του αρέσει η εικόνα του (με ή χωρίς μουστάκια!) στον «καθρέφτη» του. Και να τον σκεπάζεις τα βράδια όταν περνάς έξω από το δωμάτιο και να τον έχεις έννοια και να κρυφοκοιτάς το ρολόι όταν αργεί το βράδυ να γυρίσει και να του φτιάχνεις το αγαπημένο του φαγητό, όλα επιτρέπονται κι όλα εφόδια στις βαλίτσες του είναι και τρυφερά κεφάλαια αξέχαστα στην κοινή σας ζωή. Μην του πεις ποτέ όμως «εγώ που έκανα τόσα για σένα…» γιατί στην πραγματικότητα η τυχερή ήσουν εσύ. Κι αν μπορείς προσπάθησε να μην ξεκινάς τις φράσεις σου με το «Εγώ» στις κουβέντες σας. Τον εαυτό σου κλέβεις και τη μαγεία του να είσαι γονιός  χωρίς σύνορα…

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σχολιάστε εδώ!