Αργυρώ Μουντάκη

Ελένη Γκίκα: “Να ακούμε τα παιδιά στα πάντα, είναι σοφά, διαισθητικά, μας υποδεικνύουν το θαύμα της ζωής”

By  | 


Συνέντευξη στην Αργυρώ Μουντάκη 

 

Η Ελένη Γκίκα μας έχει χαρίσει βιβλία ατμοσφαιρικά, βιβλία που μας ταξιδεύουν μέσα από έναν τρόπο ποιητικό και συνάμα λογοτεχνικό, σ’ ένα υπέροχο συνταίριασμα των δύο ειδών λόγου. Η Ελένη Γκίκα με ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση σε κάθε τι ανθρώπινο και μη γράφει ένα ακόμη ξεχωριστό βιβλίο, τώρα ένα ακόμη παραμύθι για παιδιά, που έρχεται να μας κάνει να ονειρευτούμε κι εμείς μαζί του, μικροί μα και μεγάλοι! Είχαμε τη χαρά να την απολαύσουμε σε μια αποκλειστική συζήτηση! 

 

 

Κυρία Γκίκα πείτε μας για την Έλενα και την κούκλα, ένα ανατρεπτικό παραμύθι μήπως; 

 

Το παραμύθι της ζωής μου. Μήπως η ίδια η ζωή δεν είναι ανατρεπτική; Τα παραμύθια μου τα ζω. Όπως υπάρχει η Νεφέλη και οι μαγικές τσαγιέρες μας, η Σοφία και τα κόκκινα μαλλιά της που έγιναν «καρότο, καρότο» κάποτε στο σχολείο της, η Αρασέλη ένα κοριτσάκι που κάποτε συνάντησα και λάμπει στη ζωή της πια, έτσι και η Έλενα. Ήρθε στη δική μου, την ονειρεύτηκαν οι κούκλες μου, βρέθηκαν στα χέρια της όπως κι εκείνη στη δική μου καρδιά.

Γιατί μη θαρρείτε, οι κούκλες μάς επιλέγουν προτού τις επιλέξουμε, τελικά. Αυτό θα σας πουν και όλα τα παιδιά. Τα παιχνίδια μας δεν είναι κάτι το άψυχο, άψυχα γίνονται μόλις εμείς πάψουμε πια να είμαστε παιδιά. Κι εννοώ μόλις εξαφανίσουμε το παιδί που υπάρχει μέσα μας και αφουγκράζεται όλα τα θαυμαστά κι ανατρεπτικά. Γιατί υπάρχουν, απλώς εμείς χάνουμε, συν τω χρόνω, την καθαρή μας ματιά.

 

Πείτε μας γι’ αυτό το καινούριο σας παραμύθι…

Είναι η ιστορία της μικρής Έλενας που βαριέται τα μεσημέρια στην εξοχή και συναντά μια περίεργη Μάγια που της χαρίζει τις κούκλες της. Είναι κάτι σαν την καλή της νεράιδα. Οι κούκλες διαθέτουν όνομα, έχουν παρελθόν, προσωπική ζωή και ελεύθερη βούληση και αποφασίζουν πως θέλουν να είναι με την Έλενα, επειδή «τα παιχνίδια μας» δεν είναι κάτι τόσο απλό στη ζωή. Είναι μια ιστορία μοναξιάς και φιλίας, είναι η ποίηση και η μαγεία της παιδικής μας ζωής που διαρκεί. Οι κούκλες μου είναι κι ο κόσμος τους. Ξέρετε, έχω κούκλες απ’ όλο τον κόσμο. Και η μικρή Νεφέλη έχει να σας διηγηθεί για την κάθε μια ένα τεράστιο βιογραφικό.

 

Η κούκλα που ονειρεύτηκε την Έλενα είναι ένα ατµοσφαιρικό και µυστηριώδες παραµύθι για κάθε κούκλα και κάθε παιχνίδι που έρχεται ειδικά για εµάς από µακριά. Μας ονειρεύεται πρώτα, και µετά έρχεται και µας συναντά. Τα όνειρά μας πιστεύετε δηλώνουν τις επιθυμίες μας;

 

Τα όνειρα ίσως και να είναι η πιο αυθεντική μας ζωή. Το σκοτεινό μας υποσυνείδητο. Με ό,τι φοβόμαστε, λαχταράμε, ελπίζουμε. Η επικοινωνία μας με το άφατο και το άδηλο, η συνομιλία μας με την άβυσσο σχεδόν ίσοις όροις γι’ αυτό και δεν το αντέχουμε με την πραγματικότητα και με το φως. Ναι, πιστεύω ότι είμαστε τα όνειρά μας. Όπως είμαστε οι σκέψεις μας, οι πράξεις μας, οι αναγνώσεις μας… είναι το δικό μας πρόσωπο που βρίσκεται πιο κοντά στο Θεό. Έστω και μέσα από καθρέφτες αντικρίζουμε αλήθειες ή σπαράγματά τους που αλλιώς δεν αντέχονται. Και επειδή γεννούνται μέσα στον αιώνιο χρόνο κάποια στιγμή μπορούν να γίνουν προφητικά, βρίσκονται πολλά βήματα παρακάτω στη ζωή από μας. Ή αποτελούν για μας ασκήσεις ετοιμότητας σε ενδεχόμενο κίνδυνο, απώλεια… Είναι κάτι σαν πρόβα τζενεράλε για εκείνο που μας περιμένει, κατά τον Φρόυντ.

 

Παραμύθια για παιδιά, κυρία Γκίκα εσείς που γράφετε και για ενήλικες εδώ και πολλά χρόνια, τι πιστεύετε για τα παραμύθια; Είναι εύκολο ή δύσκολο είδος γραφής;

 

Το δυσκολότερο. Γιατί είναι το πιο κοντινό στην αλήθεια, στην καρδιά και στη φαντασία. Θα πρέπει να ξαναζήσει το παιδάκι που σκότωσες μέσα σου για να μιλήσεις στη γλώσσα τους, να μπεις στον υπέροχο κόσμο τους, να τα ζήσεις ίσοις όροις όλα αυτά. Τα λάτρεψα, τα φοβήθηκα και σ’ εκείνα αναζήτησα την αλήθεια και την μαγεία, την ποίηση μιας ζωής που απονευρώνουμε για να αντέξουμε συχνά. Τα συναντώ τα παραμύθια και τα γράφω. Δεν θέλω, δεν αισθάνομαι άξια να τα επινοώ. Σε επιλέγουν. Ναι σε επιλέγουν αυτά.

 

Ποια ήταν τα παιδικά παραμύθια που διαβάζατε ξανά και ξανά όταν ήσασταν παιδί;

 

Τα φοβερά και τρομερά του Άντερσεν και πάνω απ’ όλα τα υπέροχα της γιαγιάς μου και της θείας Κουλιώς. Παραμύθια κι αφηγήσεις του τόπου μου, μύθους και θρύλους που μ’ έπλασαν, φοβόμουν και μαγευόμουν, τους τα ζητούσα ξανά και ξανά, υπήρξα από τα πολύ τυχερά παιδιά, τα παραμύθια τους με έκαναν να γράψω και να αναζητήσω σε παραμύθια ό,τι έχασα, έναν παράδεισο που ήταν στο φωτεινό μισοσκόταδο, αντικρίζει την ζωή καλειδοσκοπικά.

 

Να συμπεράνουμε λοιπόν ότι εκτιμάτε τα λαϊκά παραμύθια…

 

Χωρίς τους μύθους και τους θρύλους της πατρίδας του, δεν θα υπήρχε Άντερσεν. Κανένας μεγάλος παραμυθάς δεν θα υπήρχε δίχως αυτούς. Υπάρχουν εξαιρετικά βιβλία με λαϊκά παραμύθια χωρών… 

 

Η βαφτιστήρα σας, η Νεφέλη, σας άλλαξε στην προσέγγισή σας στη ζωή και στη λογοτεχνία;

 

Με τη Νεφέλη, ξαναγεννήθηκα! Είδα την ζωή διαφορετικά, έμαθα να την βλέπω πια διαφορετικά. Μου ξανάδωσε τη μαγεία, το θαύμα, τον εσωτερικό υπέροχο χρόνο, την ευτυχία που διαρκεί, το παιχνίδι, την ποίηση, τη χαρά. Για το χατίρι της χόρεψα στις πλατείες, θυμήθηκα να μιλώ με τα μάτια, έμαθα να βλέπω τα χίλια χρώματα στα σκοτεινά. Δεν θα τολμούσα να ξαναγράψω παραμύθι διαφορετικά, κι ας πρωτόγραψα παραμύθι στα 17.

Η Νεφέλη έκανε τη ζωή μου παραμυθένια, τα παραμύθια τα ζήσαμε και τα ζούμε, είναι η πραγματικότητά μας και η ζωή μας πια. Και ναι, από τότε όλα τα κάνω και τα γράφω διαφορετικά: οι ιστορίες μου έχουν νόημα, σκοπό, διέξοδο, ανάταση και ανάσταση, Φως, ακόμα και όταν αφηγούνται κάτι το τραγικό. Όλα έχουν το λόγο τους, από τότε που γνώρισα την Νεφέλη.

 

Σε τι νομίζετε πρέπει να ακούμε τα παιδιά;

 

Στα πάντα, ειδικά μέχρι τα επτά. Είναι σοφά, διαισθητικά, μας υποδεικνύουν το θαύμα της ζωής ξανά. Αχ αν μπορούσαμε να δούμε έστω για λίγο τη ζωή μέσ’ απ’ τα μάτια τους! Ξαναποκτά το σχήμα και το χρώμα της, μας ξαναμαθαίνουν τα ξεχασμένα βασικά. Μέσα από το παιχνίδι τους μας υποδεικνύουν το πώς να ζούμε: ευτυχισμένα, χαρούμενα, αβίαστα, παιγνιωδώς, μαγικά και μαγεμένα, σοβαρά.

 

Τη Νεφέλη τη συμβουλεύεστε;

 

Μου έχει ήδη χαρίσει την εμπιστοσύνη της στη ζωή. Μια διαρκή έκπληξη για ό,τι γεννιέται αδιάκοπα γύρω μας, έναν εσωτερικό χρόνο που με κάνει ευτυχή και διαρκεί. Χωρίς την Νεφέλη όλα αυτά δεν θα υπήρχαν.

 

Αν είχατε 3 ευχές από το μαγικό τζίνι, τι θα ευχόσασταν;

 

Να μη χάνουμε την πίστη μας [εμπιστοσύνη μας] στον Θεό, στο Σύμπαν, στον Άνθρωπο, πείτε το όπως το θέλετε. Να μη χάνουμε την επαφή μας με τον πραγματικό μας εαυτό. Να συνειδητοποιήσουμε ότι εδώ ήρθαμε για να ευτυχίσουμε, και να το κάνουμε πράξη αυτό. Όλα τα άλλα έρχονται, απαλά- απαλά, που είπε κι ο γέρων Πορφύριος.

 

Μιας και αναφέρατε τον γέροντα Πορφύριο, για το παιδικό θρησκευτικό βιβλίο, που σα να ανθίζει τον τελευταίο καιρό, ποια είναι η γνώμη σας;

 

Είμαι καχύποπτη σε ό,τι προδιαθέτει για κάτι. Εκ των πραγμάτων το παραμύθι είναι αλληγορία και παραβολή. Το «μήνυμα» που τόσο τεμπέλικα έχει περιορίσει τα όρια και εξυπηρετεί τους μεγάλους, απ’ όπου κι αν είναι, ό,τι κι αν είναι, και κατηγοριοποιεί το παραμύθι, θα σας έλεγα πως μ’ ενοχλεί. Τα παραμύθια μου μας μεγάλωσαν είχαν χίλιους συμβολισμούς, εμείς με ένα μήνυμα προσπαθούμε να ξαναδούμε το τεράστιο της ζωής; Εξάλλου δεν είπαμε ότι τα παιδιά μας διδάσκουν; Ας μη τα περιορίζουμε και κατευθύνουμε εμείς. Δεν μου αρέσουν τα ταμπελάκια.

 

Σχεδιάζετε επόμενο βιβλίο για ενήλικες ή για παιδιά;

 

Την άνοιξη, μαθαίνω από τις εκδόσεις Mamaya και την υπέροχη Λίζα Βάρβογλη την οποία με όλη μου την καρδιά κι ευχαριστώ, ότι θα κυκλοφορήσει «Η Νεφέλη στη χώρα με τις νεραϊδοκαμινάδες», έχω κατά νου να δώσω συνέχεια σ’ αυτά τα αλλόκοτα ταξίδια και να συνεχίσω να ακούω τα… παιχνίδια να μου μιλούν, κρατώ ακόμα εκείνα που αγάπησα, ένα παιδί χαίρεται μέσα μου και νομίζω ότι έτσι… γερνώ επιτυχώς!

Επίσης ετοιμάζεται και «Η ωραία της ημέρας», πρώτος της τίτλος «Μιράμπιλις Τζ», για μένα σημαίνει πολλά: είναι ο τόπος μου, οι φόβοι κι οι εφιάλτες μου, η Εδέμ. Αυτό το ότι όλα είναι εφικτά. Από εκδοτικό έκπληξη. Αλλ’ ας μη τα πούμε τώρα κι αυτά.

Εκείνο που δεν θέλω να ξεχνώ είναι ότι και ο εικονογράφος μου, ο Νίκος Γιαννόπουλος υπήρξε το δώρο και η έκπληξη, η φροντίδα της Λίζας Βάρβογλη και ο εκδότης μου Χρήστος Κασκαβέλης που είναι εκπληκτικός συγγραφέας όσον αφορά το Φανταστικό, ήταν για μένα ευλογημένη Συνάντηση και τους ευχαριστώ.

Όπως ευχαριστώ και την Αναστασία Παπαδημητρίου της Άγκυρας και την Κέλλυ Ιωαννίδου- Καλέντη που μου άνοιξαν την αγκαλιά τους και αγάπησαν τα πρώτα μου παραμύθια, δίχως την Αναστασία και την Κέλλυ δεν ξέρω αν θα είχα τολμήσει, τους το χρωστώ!

 

Ποια είναι η ωραιότερη ανάμνησή σας με τους γονείς σας; 

 

Οι τρεις μας στο πανηγύρι της Αναλήψεως στο Κορωπί, στη φωτογραφία αυτή (κάτωθι). Εμείς στους πέντε δρόμους, ανάμεσα στον κόσμο, στους μικροπωλητές, στα παιχνίδια, λίγο πριν να πάμε στον γύρο του θανάτου, θυμάμαι σαν τώρα εκείνο τ’ αγόρι με τη μηχανή στο βαρέλι, τους κρατούσα απ’ το χέρι σφιχτά και με εμπιστοσύνη και όλα τελείωναν καλά. Μετά τρώγαμε οι τρεις μας και μαλλί της γριάς.

Σχολιάστε εδώ!