Βιβλία

Ελληνική παιδική ποίηση, οι απαρχές και η ιστορία της (α΄ μέρος)

By  | 


Γράφει η Μένη Πουρνή

Η παιδική ποίηση στην Ελλάδα φαίνεται πως είναι πανάρχαια υπόθεση. Σύμφωνα με αναφορά του Αθήναιου του Ρόδιου, κάθε χρόνο περίπου στην αρχή της άνοιξης σε πολλά μέρη της Ελλάδας λάμβανε χώρα μία σχεδόν παιδική γιορτή για να καλωσορίσουν τον ερχομό των χελιδονιών όπως και της άνοιξης. Τα παιδιά κρατώντας ένα ξύλινο ή πήλινο ομοίωμα χελιδονιού γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας ένα τραγούδι που ονομαζόταν «χελιδόνισμα» λαμβάνοντας ως αντίτιμο κέρασμα. Το έθιμο αυτό επιβιώνει ως σήμερα σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας. Ένα αρχαίο ποιητικό έργο με κωμικό περιεχόμενο που θεωρούνταν κατάλληλο για παιδιά είναι η «Βατραχομυομαχία». Η παράδοση το αποδίδει στον Όμηρο και περιγράφει τον πόλεμο μεταξύ ποντικών και βατράχων σε ένα έλος. Το ποίημα αυτό ουσιαστικά σατιρίζει την Ιλιάδα. Αρκετά στοιχεία κατάλληλα για τα παιδιά περιείχε και ο ομηρικός ύμνος «Εις Ερμήν». Περιεχόμενο κοντά στις απαιτήσεις της παιδικής ηλικίας είχε και ο «Μαργίτης», ένα κωμικό έπος της αρχαϊκής εποχής, από το οποίο μας έχουν σωθεί ελάχιστα σπαράγματα. Ποιήματα του λυρικού ποιητή Ανακρέοντα διδάσκονταν, επίσης, στα σχολεία της αρχαιότητας. Ως τις μέρες ποιήματά του που έχουν δασωθεί με περιεχόμενο συμβατό με τις απαιτήσεις της παιδικής ηλικίας είναι τα «Εις τέττιγα» και «Εις έαρ». Βέβαια στο σχολικό πρόγραμμα πάντα συμπεριλαμβάνονταν τα δύο κορυφαία ομηρικά έπη, Ιλιάδα και Οδύσσεια.

Οι απαρχές της νέας ελληνικής παιδικής ποίησης εντοπίζονται μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), στον ιδιαίτερο λαϊκό πολιτισμό που άνθισε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και λειτούργησε ως συνεκτικός κρίκος και δεσμός για τον υπόδουλο ελληνισμό εφόσον δεν υπήρχαν πια επίσημα εθνικά πνευματικά κέντρα (πόλεις). Πολλοί Έλληνες λόγιοι είχαν καταφύγει στη Δύση και ο λαός έμεινε ο μόνος θεσμικός συνεχιστής του ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού.

Τα νανουρίσματα και τα ταχταρίσματα είναι τα πρώτα δείγματα λαϊκής ποίησης που απευθύνονται σε παιδιά. Τα νανουρίσματα ήταν λαϊκά στιχουργήματα που τραγουδούσαν κυρίως οι μητέρες στα βρέφη και τα νήπια για να αποκοιμηθούν. Η θεματολογία αφορούσε κυρίως την ευχή της μητέρας να είναι το παιδί της γερό, να μεγαλώσει και να είναι καλότυχο:

«Ύπνε, που παίρνεις τα παιδιά, έλα, πάρε και τούτο

Μικρό-μικρό σου το ‘δωσα μεγάλο φέρε μου το

Μεγάλο σαν ψηλό βουνό, ίσιο σαν κυπαρίσσι

Κι οι κλώνοι του ν’ απλώνονται σ’ ανατολή και δύση…»

Το γεγονός πως δεν μας έχουν διασωθεί αρχαιοελληνικά και βυζαντινά νανουρίσματα ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι οι Βυζαντινοί λόγιοι τα θεωρούσαν κατώτερα πνευματικά προϊόντα, ανάξια καταγραφής και διάσωσης.

Τα ταχταρίσματα ήταν λαϊκά τραγούδια που τραγουδούσαν κυρίως οι μητέρες και οι γιαγιάδες χορεύοντας τα παιδιά στα χέρια ή στα γόνατά τους και παίζοντας μαζί τους:

«Ταχιρντί και ταχιρντό

το παιδί θέλει χορό

τα βιολιά δεν είναι δω

κι όποιος πάει και μας τα φέρει

πέντε τάλιρα στο χέρι

δυο γυροβολιές να φέρει…»

 

Στο ίδιο πνεύμα συγκαταλέγονται και τα κάλαντα ή βαίτικα, τραγούδια που έλεγαν τα παιδιά σε ομάδες από σπίτι σε σπίτι τις παραμονές των μεγάλων θρησκευτικών εορτών (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα, Κυριακή των Βαΐων, Μεγάλη Παρασκευή) λαμβάνοντας γι’ αυτό φιλοδώρημα.

Ιδιαίτερη κατηγορία λαϊκών ποιημάτων που απευθύνονται στα παιδιά αποτελούν τα τραγούδια με αστείο και χιουμοριστικό περιεχόμενο καθώς τα παιδιά λατρεύουν το χιούμορ που τα γεμίζει χαρά και αισιοδοξία για τη ζωή. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα:

«Κάτω στο γιαλό, στον άμμο

τα καβούρια κάνουν γάμο.

Με καλέσανε να πάω

να χορέψω και να φάω.

Κι άκουσα το ντίγκι-ντίγκα

κι έκαμα καρδιά και πήγα…»

 

Κατά τη διάρκεια του Νεοελληνικού Διαφωτισμού γράφεται ποίηση αποκλειστικά για ενήλικους ενώ τα ποιήματα του Ρήγα Βελεστινλή, με το φλογερό πατριωτικό τους περιεχόμενο, έφτασαν μέχρι τα σημερινά παιδιά κυρίως μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα λόγω της απαγγελίας τους στις σχολικές γιορτές για την σχολική επέτειο της 25ης Μαρτίου.

Από τις παραμονές της Επανάστασης του 1821 έως περίπου το 1880 συναντούμε τους λεγόμενους πρόδρομους της παιδικής ποίησης. Οι ποιητές αυτής της περιόδου αξιοποιώντας τη λαϊκή παράδοση και τα επιτεύγματα των ποιητών της περιόδου του Διαφωτισμού αρχίζουν σιγά-σιγά να συνειδητοποιούν τι απαιτείται για να αυτονομηθεί η παιδική ποίηση. Πρώτος αξιόλογος ποιητής αυτής της περιόδου είναι ο Ιωάννης Βήλαρας  (1771-1823). Ο Βηλαράς έκανε μια αρκετά αξιόλογη μετάφραση της «Βατραχομυομαχίας» επιδεικνύοντας ιδιαίτερη εφευρετικότητα στην απόδοση των ονομάτων. Στη σειρά ποιημάτων του «Σατιρικά»  σατιρίζει ανθρώπινους χαρακτήρες όπως τον φιλάργυρο, τον φλύαρο, τον ψεματάρη κ. ά. με περιεχόμενο αρκετά προσιτό στα παιδιά.

Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του στην εξύμνηση του Απελευθερωτικού Αγώνα του 1821. Η γλώσσα του, αν και συχνά ρέπει προς την υπερβολή, κυριαρχείται από πηγαίο και αληθινό συναίσθημα.  Απαγγέλλεται συχνά στις σχολικές γιορτές αλλά κάποια ποιήματά του με λυρικό περιεχόμενο είναι κατάλληλα για παιδιά:

«Σε παράμερο λαγκάδι

κατεβαίνει μιαν αυγή

διψασμένο ένα κοπάδι

και ξανοίγει μια πηγή…»

(«Η μαγεμένη πηγή»).

Ο Διονύσιος Σολωμός (1798-1857) στην προσπάθειά του να εξοικειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο με την ελληνική γλώσσα-σπούδασε στην Ιταλία-αξιοποίησε τους καρπούς της δημοτικής παράδοσης στο έπακρο, με αποτέλεσμα να γράψει ποιήματα άφταστου λυρισμού στη δική του ξεχωριστή αίσθηση της ελληνικής γλώσσας, που μπορούν να διαβαστούν από παιδιά όπως «Η Ξανθούλα», «Ο θάνατος της ορφανής», «Η ψυχούλα».

Ο Ηλίας Τανταλίδης (1818-1876) γράφει κάποια ποιήματα με εύθυμο περιεχόμενο φαίνεται να απευθύνονται στο παιδικό κοινό («Το ναυτόπουλο», «Ο γάτος» κτλ). Ο μαθητής του Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896) αν και γράφει τα πεζογραφήματά του στην καθαρεύουσα, στην ποίηση χρησιμοποιεί την δημοτική γλώσσα. Έτσι, μας έδωσε αρκετά αξιόλογα ποιήματα για παιδιά, συνεργαζόμενος και με την «Διάπλαση των Παίδων». Ενδεικτικά αναφέρουμε τα «Καληνύχτα», «Ο νέος ναύτης», «Φεγγαράκι», «Κούκλα Τοτώ».  Ωστόσο ο διδακτισμός παραμένει εμφανής σε όλο του το ποιητικό έργο για παιδιά.

Ο Δημήτριος Καμπούρογλου (1852-1942) γράφει σε συντηρητική δημοτική με χιούμορ και φυσιολατρική διάθεση ποίηση για παιδιά. Τα περισσότερα ποιήματά του είναι έμμετρα αφηγήματα ενώ η διδακτική διάθεση των προηγούμενων ετών ατονεί:

«Δυο γάδαροι μαλώνανε σε ξένον αχυρώνα

                             δίνουν κλοτσιές συχνές-πυκνές

                             χαλούν τον κόσμο απ’ τις φωνές

Δαγκάνει ο ένας τ’ αλλουνού τα’ αυτιά και τη σαγόνα…»

(«Ονομαχία»)

[Για το άρθρο αντλήθηκαν στοιχεία από το βιβλίο “Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας”, Χάρης Σακελλαρίου, Εκδόσεις Νόηση, 9η έκδοση, Αθήνα 2009, σελ. 43-51, 65-95]

Συνεχίζεται…

Σχολιάστε εδώ!