Αργυρώ Μουντάκη

Μαρία Σούμπερτ: “Ο γονεϊκός ρόλος νομίζω πως με ολοκλήρωσε”

By  | 


Συνέντευξη στην Αργυρώ Μουντάκη
Γιορτή της μητέρας σήμερα και μιλήσαμε με μία σύγχρονη γυναίκα, που συνδιαλέγεται με επιτυχία, όχι δίχως κόπο βέβαια, με τους πολλαπλούς της ρόλους. Η Μαρία Σούπερτ, ψυχοθεραπεύτρια-δραματοθεραπεύτρια, συγγραφέας και μεταφράστρια, σύζυγος και μητέρα, μας μιλάει για όλους αυτούς τους αλληλοεπιδρώμενους ρόλους της, αλλά και για τη σύγχρονη συγκυρία, όπως την έζησε και τη ζει. 

 

Κυρία Schubert αν θα δίνατε μορφή στον Κορονοϊό, ποια θα ήταν αυτή;

Αυθόρμητα αν το σκεφτώ και προσπαθώντας να μπλοκάρω την αυτόματη εικόνα το ίδιου του ιού όπως έχει δημοσιευτεί στα μέσα επικοινωνίας, θα έλεγα πως ο Κορονοϊος είναι ο κλόουν από το Αυτό του Στέφεν Κινγκ. Παρ’ ότι ξέρω πως δεν θα ήταν καθόλου ευχαριστημένος ο συγγραφέας να συνδέεται ένα δημιούργημά του με την πανδημία αυτή –όπως πολλάκις έχει δηλώσει κι αυτός στα μέσα- νομίζω πως ο κλόουν αυτός, o Pennywise, έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός καλού τρόμου: εμφανίζεται εύκολα στα παιδιά και είναι ιδιαίτερα δολοφονικός και με τους ενήλικες.

 

Τώρα που λήγουν σιγά σιγά τα μέτρα και επιστρέφουμε σε μία κάπως κανονικότητα, πώς κρίνετε την όλη κατάσταση του εγκλεισμού, πώς την βιώσατε;

Τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια δουλεύω αρκετά συχνά από το σπίτι, οπότε έχω μάθει να δουλεύω έχοντας ένα μικρό παιδί που συνεχώς θέλει κάτι –κυρίως την προσοχή μου.

Αυτό που με δυσκόλεψε όμως αρκετά ήταν η αβεβαιότητα και η ανησυχία για αυτό το περίεργο και πρωτόγνωρο που συνέβη, όταν οτιδήποτε ερχόταν απ’ έξω έμοιαζε απειλητικό και επικίνδυνο.

Από την άλλη με κινητοποίησε πολύ έντονα η κατάσταση αυτή, ώστε να διερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο η δραματοθεραπεία μπορεί να λειτουργήσει διαδικτυακά διατηρώντας τον δημιουργικό της χαρακτήρα, αλλά και στηρίζοντας εκείνους που την έχουν επιλέξει ως μέθοδο ψυχοθεραπείας.

Αν εξαιρέσει λοιπόν κανείς την ανησυχία για τους ανθρώπους μου και για όλα όσα συνέβαιναν, νομίζω πως η περίοδος αυτή ήταν ιδιαίτερα δημιουργική και σίγουρα ενδιαφέρουσα.

Διακρίνατε εκτός από την προστασία κάποιο άλλο όφελος από αυτήν την κατάσταση;

Ξέρω πως σε όποια κατάσταση και να βρισκόμασταν, θα είχαμε να λέμε και να γκρινιάζουμε. Νομίζω πως αυτός είναι και ο τρόπος μας να ελέγξουμε όλο αυτό που συμβαίνει συνωμοσιολογώντας και ανακαλύπτοντας κρυμμένα νοήματα.

Πιστεύω πως η μεγάλη δυσκολία εμφανίζεται τώρα: αν το πρώτο αφήγημα για να κλειστούμε στα σπίτια μας βασιζόταν στον φόβο, τώρα η απότομη αλλαγή –άσχετα αν είναι σωστή επιστημονικά ή όχι, δεν είμαι επ’ ουδενί κατάλληλη να την κρίνω- θα δημιουργήσει πολλές αμφιταλαντεύσεις και αμφιβολίες. Το τωρινό αφήγημα επειδή πλέον βασίζεται στην επανεκκίνηση της οικονομίας μοιάζει συχνά να αντικρούει το αφήγημα του περασμένου μήνα. Και ενώ αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή αλλάζουν συνεχώς τα επιστημονικά δεδομένα και οι έρευνες, κατανοώ επίσης πως θα δημιουργήσει μεγάλες διακυμάνσεις στη διάθεση του πληθυσμού φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο ζητήματα εμπιστοσύνης στους φορείς.

 

Από την ενασχόλησή σας με τη δραματοθεραπεία ποιο θεωρείτε το μεγαλύτερο όφελος αυτής της μεθόδου για παιδιά και ενήλικες;

Η δραματοθεραπεία έχει την ικανότητα να «επαναφορτίζει» την μαγεία μέσα μας. Μέσα από το παιχνίδι, τους μύθους και τα παραμύθια, τους ρόλους, τις προσωπικές δημιουργίες των θεραπευόμενων –μέσα από την αισθητική απόσταση που η τέχνη προσφέρει-, δίνει τη δυνατότητα της έκφρασης, της ανάδυσης δύσκολων ζητημάτων, αλλά και της επεξεργασίας τους μέσα από οδούς δημιουργικές και ίσως αποστασιοποιημένες από το άμεσο συναίσθημα. Αν έπρεπε να το συνοψίσω όλο αυτό, θα έλεγα πως δίνει στο άτομο την ελευθερία να είναι ο εαυτός του ενώ ταυτόχρονα δεν είναι –να είναι ο εαυτός του και ταυτόχρονα να διατηρεί και μια ασφαλή απόσταση από την άμεση συναισθηματική εμπλοκή, επιτρέποντάς του έτσι μια άλλη ματιά στα πράγματα.

 

Με τη λογοτεχνία πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε;

Με τη λογοτεχνία ξεκίνησα να ασχολούμαι όπως οι περισσότεροι από εμάς –διαβάζοντας. Συχνά έβρισκα μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε ένα μυθιστόρημα παρά στην καθημερινότητά μου. Η συνέχεια νομίζω προσπάθησε να εκφραστεί ως μια ανάγκη να βρω ως έφηβη τη φωνή μου, αλλά και μετά ως μέσο θεραπείας, όταν έγραψα το πρώτο μου βιβλίο τελειώνοντας τις ιδιαίτερα ψυχοφθόρες για εμένα Πανελλήνιες.

 

Γράφετε και για παιδιά αλλά και για ενήλικες. Ποιες διαφορές ή δυσκολίες βρίσκετε σε κάθε λογοτεχνικό είδος από αυτά τα δύο;

Η διαφορά φόρμας καταρχήν δημιουργεί τις απαραίτητες διαφοροποιήσεις. Όταν σε ένα παραμύθι 800-2000 λέξεων πρέπει να χωρέσεις μια ολόκληρη ιστορία, χρειάζεται να κάνεις τέτοια αφαίρεση και σύμπτυξη που ο λόγος να είναι απλός, κατανοητός και πυκνός ταυτόχρονα. Είναι πολύ δύσκολο να πεις μια ολοκληρωμένη ιστορία σε λίγες λέξεις χωρίς να κάνεις περίληψη –και όχι μόνο όταν διασκευάζεις έργα κλασικής λογοτεχνίας σε μικρότερες φόρμες.

Η λογοτεχνία από την άλλη –και εννοώ την μεγάλη φόρμα που απευθύνεται στους ενήλικες- επιτρέπει στην σκέψη να απλωθεί, να ανοίξει. Από την άλλη εδώ πρέπει να προσέχεις να μην φλυαρείς άσκοπα, απλώς για να γεμίζεις σελίδες. Στη λογοτεχνία –πάλι λόγω της ευχέρειας του όγκου- είναι μεγάλο το στοίχημα αν θα κρατηθεί η σφιχτή δομή, αν η ιστορία θα βγει δεμένη, χωρίς να ξεστρατίσει. Γιατί όσο προσεκτικός κι αν είσαι, όταν φτάσεις περίπου στα μισά της ιστορίας –στην πρώτη γραφή τουλάχιστον, σπάνια θυμάσαι τι έχεις γράψει στις πρώτες σελίδες.

Και χρησιμοποιώ τώρα το δεύτερο ενικό, ενώ στην ουσία θα μιλάω για τον εαυτό μου…

Μιλήστε μας για το τελευταίο σας βιβλίο.

Το τελευταίο μου βιβλίο είναι το «Πριν το πέρασμα» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διάπλαση. Η ιδέα του πηγαινοερχόταν ελεύθερα στις σκέψεις μου αρκετά χρόνια, από όταν είχε πρωτοεκδοθεί το προηγούμενο βιβλίο μου. Η εγκυμοσύνη και η μητρότητα όμως –με όλη την συναισθηματική σύγχυση που προκαλεί τον πρώτο καιρό- δεν με άφησαν να προχωρήσω.

Μέχρι που ένα καλοκαίρι κάτι ξεκλείδωσε μέσα μου και κρατώντας σημειώσεις στο κινητό μου κατέγραψα μέσα σε ένα βράδυ τη δομή της νέας ιστορίας.

Δεν ήταν κάτι εύκολο ή γραμμικό.

Στο «Πριν το πέρασμα» ο χρόνος είναι σχετικός, και ο χρόνος του πέτρινου σπιτιού μοιάζει να διαφέρει από το χρόνο των επισκεπτών του. Των επισκεπτών που φτάνουν έξω από τη μεταλλική πύλη, περιμένουν την Βενετία να τους ανοίξει –στο δικό της χρόνο- και προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την παραμονή τους για να αφηγηθούν τις ιστορίες τους και να πάρουν τις αποφάσεις τους. Γιατί μόνο μέσα από αυτή την αφήγηση μπορούν να κάνουν μια επισκόπηση της δικής τους ζωής και να αποφασίσουν τι θέλουν να κάνουν.

 

Ο γονεϊκός σας ρόλος πόσο σας άλλαξε τη ζωή;

Αρκετά και λίγο θα έλεγα.

Δεν ήμουν ποτέ άνθρωπος που βγαίνει συχνά, οπότε ακόμα και οι βόλτες με την κόρη μου έχουν αυξήσει αυτή τη στιγμή την εξωστρέφειά μου.

Από την άλλη εκεί που είχα συνηθίσει την προσωπική επιλογή του πότε θα κάνω κάτι, τώρα αυτό έχει αλλάξει. Στον προγραμματισμό μου μπαίνει πλέον η σκέψη μιας ολόκληρης οικογένειας, όχι περιοριστικά, αλλά διευρύνοντας την μονάδα σε κάτι πιο ολοκληρωμένο.

Ναι, αυτή είναι η λέξη. Ο γονεϊκός ρόλος νομίζω πως με ολοκλήρωσε.

 

Τι βρίσκετε πιο συναρπαστικό στα παιδιά;

Στα παιδιά με ενθουσιάζει η ικανότητά τους να μπαίνουν και να βγαίνουν στο χώρο του παιχνιδιού, να είναι μέσα και έξω ταυτόχρονα, να μπαίνουν στη μαγεία και να είναι παράλληλα προσγειωμένα στο εδώ και τώρα.

Με συγκινεί η συναισθηματική τους νοημοσύνη και συχνά η βαθιά και αθώα σοφία που κουβαλούν. Και που αν την ακούσουμε, μερικές φορές θα μας βοηθήσει να αφήσουμε στην άκρη όλα αυτά τα μπερδεμένα και δύσκολα πράγματα που κατασκευάζουμε στο κεφάλι μας.

 

Ποιο βιβλίο (δικό σας ή όχι) μας προτείνετε να διαβάσουμε και γιατί;

Αν πρότεινα από τα δικά μου βιβλία θα πρότεινα το «Πριν το πέρασμα», καθώς βρισκόμαστε σε μια μεταβατική περίοδο, κατά την οποία οι περισσότεροι είχαμε την ευκαιρία να σκεφτούμε που βρισκόμαστε, τι έχουμε κάνει στη ζωή μας, πώς θέλουμε να προχωρήσουμε.

Έτσι και στο «Πριν το πέρασμα», οι ήρωες του βιβλίου καλούνται σε αυτή την ανασκόπηση, ενώ βρίσκονται φιλοξενούμενοι στο πέτρινο σπίτι της Βενετίας, και βρίσκονται μπροστά σε μια απόφαση για το πώς θα προχωρήσουν από εδώ και στο εξής το δικό τους ταξίδι.

Ποια βιβλία καθόρισαν την παιδική σας ηλικία;

Ως παιδί αγαπούσα ιδιαίτερα τον Μυστικό Κήπο της Φράνσες Χότζσον Μπάρνετ. Με είχε σοκάρει η έναρξη του παραμυθιού –κάτι που σήμερα δεν ξέρω αν θα ήταν «πολιτικά ορθό» με την αδιαφορία και το θάνατο των γονιών της. Η μετακόμιση της μικρής Μαίρης στην βρετανική ύπαιθρο είχε κάτι το σαγηνευτικό και τρομακτικό ταυτόχρονα που με είχε κρατήσει σε ένταση μέχρι τέλος της αφήγησης.

Ένα άλλο βιβλίο που είχα αγαπήσει –και το οποίο φυσικά ούτε και αυτό θα ήταν σήμερα πια «πολιτικά ορθό» να το γράψει κανείς για παιδιά- ήταν «Ο καιρός του Βουλγαροκτόνου», το οποίο διάβασα απνευστί –κι ας φοβόμουν μετά να κοιμηθώ τα βράδια.

Φυσικά ακολούθησε ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών του Τόλκιν –στη συνέχεια πήρε η μπάλα τα περισσότερα βιβλία του, αλλά η τριλογία ήταν πάντα από τα αγαπημένα μου.

Και στα διαλείμματα όλων αυτών των βαρύγδουπων συναισθηματικά βιβλίων, διάβαζα με μανία τους Πέντε Φίλους της Ένιντ Μπλάιτον –και ονειρευόμουν να ζήσω και εγώ παρόμοιες περιπέτειες.

 

Προτείνετέ μας μια δημιουργική δραστηριότητα, ή ένα link, κάτι που πρέπει να κάνουμε οπωσδήποτε αυτές τις μέρες κατά τη γνώμη σας!

Νομίζω πως καθένας μας ξέρει καλύτερα τι πρέπει να κάνει αυτές τις μέρες. Θα πρότεινα λοιπόν αυτό: να καθίσει καθένας μας με τον εαυτό του και τα αγαπημένα του πρόσωπα και μαζί να αποφασίσουν τι θέλουν να κάνουν. Δημιουργικό δεν είναι μόνο το να κατασκευάσουν κάτι, αλλά και το να πάνε μια βόλτα στη φύση, να κάνουν κάτι μαζί, να συζητήσουν, να παίξουν. Ναι, νομίζω θα πρότεινα το παιχνίδι σαν κάτι που πρέπει όλοι μας να κάνουμε οπωσδήποτε αυτές τις μέρες.

 

Σας ευχαριστούμε πολύ!

Τιμήστε μας με ένα like στη σελίδα μας στο facebook parents24.gr – 24 ώρες γονείς,

στο Instagram: https://www.instagram.com/parents24.gr/

και στην προσωπική μου Αργυρώ Μουντάκη

 

Σχολιάστε εδώ!