Αργυρώ Μουντάκη

Με την καλοσύνη των Μηλέων

By  | 


Όταν μένεις στο Βόλο, το Πήλιο σε καλεί και σε προκαλεί δελεαστικά, όπως ακριβώς οι σειρήνες… «Φορτώνεις» λοιπόν τα τέκνα στο όχημα και ξεκινάς για εξόρμηση στις ωραίες Μηλιές για να τους δείξεις το τρενάκι! Χαρά εκείνα! Λετε παραμύθια στη διαδρομή, να περάσει ευχάριστα κι η ώρα, και κάπου εκεί ανάμεσα στο Λύκο και τον Σκίουρο τον Έξιμερ σκέφτεσαι: «δεν τους πήρα ούτε μια αλλαξιά ρούχα!». Το προσπερνάς όμως, μια κακιά σκέψη ήταν, δεν την αφήνεις να σε αγχώσει. Η διαδρομή κάπως μακρινή, χάνεσαι και ολίγον, κάνεις τους κύκλους που τόσο απεχθάνεσαι ως στοχοποιημένη οδηγός, ανακατεύονται κι εκείνα λίγο, φτάνεις όμως πανηγυρικά στις πανέμορφες Μηλιές δίχως παρατράγουδα! Ή έτσι νομίζεις! Γιατί με το που παρκάρεις ακριβώς έξω από το μουσείο, διαπιστώνεις μια έντονη υγρασία στο πανταλόνι του μικρού, που στη διαδρομή είχε αποκοιμηθεί! ΩΧ!!! Τι κάνεις τώρα; Είσαι στις Μηλιές και Walmart Κυριακάτικα δεν θα βρεις ανοιχτό στις Μηλιές! Μένεις αισιόδοξη, και καλά κάνεις φυσικά (μην ξεχνάμε είσαι στη Μαγνησία). Ξαναμπαίνεις στο αυτοκίνητο, ξεκινάς, εντοπίζεις τον πρώτο διαθέσιμο μαγαζάτορα πωλητή παραδοσιακών προϊόντων. Του εξηγείς τι συνέβη και ρωτάς:
– Υπάρχει κανένα μαγαζί, σουπερ μαρκετ, κατι, από όπου θα μπορούσα να αγοράσω ένα πανταλονάκι;;;
– Υπάρχει εδώ πιο κάτω ένα μαγαζί με ρούχα, Ζούμπερο λέγεται…
Ευχαριστείς και κατευθύνεσαι εκεί. Φτάνεις. Δεν μπαίνεις καν στον κόπο να κατέβεις από το αυτοκίνητο (οποία γαϊδουριά!) και η γυναίκα που βρίσκεται στο μαγαζί, βγαίνει για να σου απαντήσει στο δυσεπίλυτο ερώτημα.
– Δεν έχω κάτι τέτοιο, ούτε θα βρείτε κάτι τέτοιο εδώ τώρα. Πόσο χρονών είναι το παιδί;
– Τριών.
– Μισό λεπτό, μήπως έχει η νύφη μου, έχει ένα αγοράκι 3 ετών κι εκείνη…
– Μα….
Η κυρία παίρνει τηλέφωνο…
– Έλα Ιωάννα, μήπως η Γωγώ έχει ένα πανταλονάκι επιπλέον; Μια κυρία είναι εδώ και βράχηκε το παιδάκι της, πώς να το πω…
– Τσίσα….
– Ναι, έκανε τσίσα, και μόλις ήρθε στις Μηλιές, είναι από Βόλο, μήπως μπορούμε να την εξυπηρετήσουμε, αλλιώς θα φύγει ….
Κλείνει το τηλέφωνο.
– Θα πάτε πιο πάνω, είναι ένα ξενοδοχείο, Ηλιόβολο λέγεται, εκεί τα έχουν όλα, μην ανησυχείτε!Και φυσικά πας, και φυσικά σε σκλαβώνουν με την φιλοξενία και εξυπηρετικότητά τους, και φυσικά ο Μανούσος φόρεσε το πανταλόνι του Αντρέα, που άλλο δεν είχε (μένει σε άλλο χωριό) στην περίπτωση που κι εκείνος λερωνόταν…. και έτσι είδαμε και το μουσείο των Μηλέων και την ωραία παιδική χαρά και την ωραία μοναδική εκκλησία (μετά ξεναγήσεως και το μουσείο και την εκκλησία) και φυσικά το σταθμό, δίχως το τρένο, αλλά δεν πειράζει! Θα ξαναπάμε! Να επιστρέψουμε και το πανταλόνι στον Αντρίκο!

 

[Κείμενο βιωμένο και γραμμένο στις 17 Νοεμβρίου του 2013, όταν ακόμα μέναμε στον υπέροχο Βόλο.]

Σχολιάστε εδώ!