Ιστορίες

Ο άντρας στο τηλέφωνο

By  | 


Γράφει η Άρια Σωκράτους*

 

Όταν ήμουν φοιτήτρια στην Αθήνα μου είχαν δώσει από τον ΟΤΕ έναν αριθμό τηλεφώνου, ο οποίος πριν άνηκε σε ιατρικό κέντρο. Δεν έβρισκα ησυχία ποτέ, το τηλέφωνο χτυπούσε κάθε δύο δευτερόλεπτα και ζητούσαν ασθενοφόρα και γιατρούς, νοσοκόμες, ασθενείς μέχρι και ραντεβού. Πάντα εξηγούσα ευγενικά παρόλο που έπαιρναν πολλές φορές και τα μαύρα μεσάνυχτα πως ο αριθμός είχε αλλάξει και τους έδινα τον καινούριο επειδή άνθρωποι είμαστε και με θέματα υγείας δεν παίζουμε.

Μια μέρα χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν ένας κύριος πανικόβλητος ο οποίος ήθελε γιατρό για τη μητέρα του η οποία είχε πρόβλημα καρδιάς και φοβόταν για έμφραγμα. Του έδωσα αμέσως το πραγματικό τηλέφωνο. Μετά από λίγη ώρα πήρε ξανά για να με ευχαριστήσει και να μου πει πως ήμουν πολύ ευγενική και παρά το προχωρημένο της ώρας τον βοήθησα. Του είπα πως αυτό θα έκανε ο καθένας, του ευχήθηκα όλα να είναι καλά και κλείσαμε. Από εκείνη τη μέρα με έπαιρνε κάθε μέρα, στην αρχή τάχα για να με ενημερώσει για την πορεία υγείας της μητέρας του,μετά άρχισε και μου ζητούσε να με συναντήσει δήθεν για να με ευχαριστήσει. Άρχισα να νευριάζω πραγματικά και τον απέφευγα ευγενικά προφασιζόμενη δικαιολογίες μέχρι που μια μέρα θύμωσα τόσο πολύ με το θράσος του που του είπα να μην διανοηθεί να ξαναπάρει τηλέφωνο. Εντωμεταξύ ήταν αρχιτέκτονας 45 ετών με δικό του γραφείο και πολύ γνωστός στον κόσμο των επιχειρήσεων.

Από εκείνη τη μέρα ξεκίνησαν τα ανώνυμα τηλεφωνήματα με αναπνοές στην άλλη άκρη του τηλεφώνου. Έκλεινα κατευθείαν χωρίς καν να μιλήσω μέχρι που έκανα αίτηση να αλλάξω αριθμό. Τόσο πολύ είχαν σπάσει τα νεύρα μου.

Μια μέρα, Κυριακή πρωί ήταν θυμάμαι είχα πεταχτεί στον φούρνο της γειτονιάς για ψωμί και είχα την αίσθηση πως κάποιος με παρακολουθούσε σε όλη τη διαδρομή. Είχα γυρίσει διακριτικά το κεφάλι να κοιτάξω και βλέπω μια BMW με ένα κύριο με άσπρα μαλλιά. Αγχώθηκα και άρχισα να αλλάζω δρόμο για να μην δει που ακριβώς βρισκόταν το σπίτι μου. Μάταιος κόπος. Με ακολουθούσε όπου και να πήγαινα και για την τύχη μου δεν κυκλοφορούσε ψυχη στο δρόμο.Πανικόβλητη τρύπωσα σε μια πολυκατοικία άσχετη μέχρι να φύγει. Τζίφος. Από το παραθυρο παρακολουθούσα το αυτοκίνητο του να κόβει βόλτες. Μετά τρομοκρατημένη μην τυχόν και με βρει εκεί, βγήκα με κάθε επιφύλαξη και άρχισα να τρέχω. Ξαφνικά είδα μπροστά μου ένα εργαστήριο donuts. Μπήκα μέσα χωρίς δεύτερη σκέψη και είδα δύο πολύ συμπαθητικούς ηλικιωμένους ανθρώπους να ετοιμάζονται να βάλουν τα γλυκά στο φούρνο. Με κοίταξαν απορημένοι κι εγώ πάνω στον πανικό μου τους έκανα την εξής ηλίθια ερώτηση “Συγγνώμη μήπως έχετε ντόντας;” κι αρχισαν και οι δύο να γελάνε και να μου εξηγούν πως ήταν εργαστήριο μαζικής παραγωγής και χονδρικής πώλησης. Πιάσαμε την κουβέντα και τους είπα τι συνέβαινε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα τους. Εξαγριώθηκαν τόσο πολύ που ήταν έτοιμοι να πάνε έξω και να τον αρχίσουν στις κλωτσιές . Τους είπα πως δεν ήθελα φασαρίες παρά μόνο να πάω ασφαλής στο σπίτι μου.

Τότε βγήκε ο ένας έξω στο δρόμο κι έμεινε να παρακολουθεί μέχρι που μου είπε πως το αυτοκίνητο είχε επιτέλους εξαφανιστεί μετά από 600 γύρους που είχε κάνει. Επέμεναν μάλιστα να με συνοδεύσουν και στο σπίτι αλλά τους είπα πως δεν ήταν ανάγκη. Το ίδιο βράδυ χτύπησε ξανά το τηλέφωνο. “Σε είδα μου λέει. Εγώ ήμουν που σε ακολουθούσα. Ξέρω και που είναι το σπίτι σου.” Για κακή του τύχη όμως το τηλέφωνο μου ήταν υπο παρακολούθηση επειδή γνώριζα πως ο δολοφόνος επιστρέφει πάντα στον τόπο του εγκλήματος. Του το είπα, πήγαν και οι μπάτσοι στο σπίτι του και από τότε μην τον είδατε τον Παναή.

Ηθικό δίδαγμα. Ποτέ δεν είμαστε πολύ ευγενικές με τους τρελούς. Θεωρούν την ευγένεια ως δικαίωμα. Κατυεθείαν βρίσιμο και τέλος

*Η Άρια Σωκράτους είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος

 

Τιμήστε μας με ένα like στην σελίδα μας στο facebook parents24.gr – 24 ώρες γονείς

 

 

Σχολιάστε εδώ!